- Λέρνα
- Λέρνᾱ , Λέρναfem nom/voc/acc dualΛέρναfem nom/voc sgΛέρνᾱ , Λέρνηfem nom/voc/acc dualΛέρνᾱ , Λέρνηfem nom/voc sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Λέρνα — και Λέρνη, η (AM Λέρνα και Λέρνη) ονομασία αρχαίας πόλης και ελώδους λίμνης στην Αργολίδα, κοντά στο σημερινό χωριό Μύλοι αρχ. 1. φρ. «Λέρνη θεατῶν» (για θέατρο) πλήθος θεατών 2. παροιμ. «Λέρνα κακιῶν» άβυσσος δυστυχημάτων … Dictionary of Greek
Λέρνα ή Λέρνη — Αρχαία παραθαλάσσια τοποθεσία της Αργολίδας, περίπου 7 χλμ. Ν του Άργους, στη θέση του σημερινού οικισμού Μύλοι, στις ανατολικές υπώρειες του όρους Ποντίνου. Ήταν φημισμένη στην αρχαιότητα για τα άφθονα νερά της, τα οποία τροφοδοτούν την αργολική … Dictionary of Greek
Λέρνας — Λέρνᾱς , Λέρνα fem acc pl Λέρνᾱς , Λέρνα fem gen sg (doric aeolic) Λέρνᾱς , Λέρνη fem acc pl Λέρνᾱς , Λέρνη fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λερναῖον — Λέρνα masc acc sg Λέρνα neut nom/voc/acc sg Λέρνα masc/fem acc sg Λέρνα neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λερναῖα — Λέρνα neut nom/voc/acc pl Λέρνα neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λερναῖος — Λέρνα masc nom sg Λέρνα masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λέρναν — Λέρνα fem acc sg Λέρνᾱν , Λέρνη fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λέρνης — Λέρνα fem gen sg (attic epic ionic) Λέρνη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λέρνῃ — Λέρνα fem dat sg (attic epic ionic) Λέρνη fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek